Φιλοσοφία
Ἡ ἐποχή μας περιγράφεται ἀπό τήν ἀδυναμίαν τοῦ ὑποκειμένου τῆς νεωτερικότηττος να ἐλέγξη τήν ἀντίφασιν μεταξύ τοῦ συστήματος τῶν αναγκῶν του καί τῶν συνεπειών της. Ὁδεύει δε πρός τήν φάσιν τῆς ὁλοκληρώσεως –καταρρεύσεως.
Ἡ δυναμική της ὅμως δέν ἔθιξε ἰδιαιτέρως τήν μηχανοκρατική ἐσχατολογίαν του. Ἐξακολουθεί νά ἁγκιστρώνεται εις τόν τεχνολογικόν μεσσινισμόν, μέ δυνητική συνέπεια τήν ἀνάδειξιν τοῦ Μετανθρώπου, αὐτοῦ τοῦ μετανεωτερικού ἐφιάλτου.
Ἑπομένως τό ζητούμενον εἶναι ἡ προσωποκεντρική διέξοδος. Να ὑπερβῆ δηλαδή τήν μηχανικήν ἀπρόσωπον σχεσιοκρατία. Τό τραγικό εἶναι ὅτι δέν δύναται νά τό πραγματώση διά τῶν οἰκείων εἰς αὐτόν μέσων.
Δέν διανοείται ὅτι ἡ σωτηρία του εἶναι νά μετατρέψη τό «φέρετρό» του, δηλαδή τό μηχανοποιημένο αὐτοαναφορικό έγώ του, εἰς σωσίβιον ζωῆς τοῦ Ἄλλου.
Δυνάμεθα νά ἀποδεσμευθούμε ἀπό τίς ἀνάγκες τῆς φύσεως μας;
Δυνάμεθα νά ἀναδείξουμε σκοπόν ὑπερβαίνοντα τήν κατανάλωσιν καί τήν κυριαρχίαν, ὥστε νά ἀναδυθῆ τό ΠΡΟΣΩΠΟΝ (δηλαδή ὁ μετα-ἀτομικιστικός καί μετα-κολλεκτιβιβιστικός, μή αὐτοποιημένος τύπος ἀνθρώπου , αἴτημα ἄλλωστε τῆς νεωτερικῆς κρίσεως);
Διά τοῦ πολιτισμοῦ γνωρίζουμε ὅτι ἡ ζωή συμφώνως πρός αύτόν, ἐπιτυγχάνεται διά τῆς ἰκανότητος καί τῆς ἐπιγνώσεως τῆς συμβολικῆς ἐπιτελέσεως τῆς ἁνάγκης καί τῶν σωματικῶν ροπῶν, δηλαδή συμφώνως πρός νοηματοδοτημένους ὁρισμούς τοῦ ἑαυτοῦ καί τῆς ὑπάρξεώς μας. Ἁναγκαία λοιπόν συνθήκη, ἡ συμβολική περιστοίχισις σώματος, ἁναγκῶν καί ὁρμῶν.
Ἡ συμβολική ἱκανότητα εἶναι ἁναγκαία διά τήν κοινωνικήν ἱκανότητα.
Διά τῆς συνεξελίξεως, ὁ πολιτισμός συνεπληρώθη μέ τόν ἁποπρογραμματισμό γενετικῶν ἐπιταγῶν, οὕτως ὥστε οἱ βιολογικές λειτουργίες ὀργανώθηκαν καί ἑκφράζονται διά ποικίλων πολιτισμικῶν μορφῶν. Οὕτως εἰπεῖν ὅτι ἡ ἔκφρασις τῶν βιολογικῶν ἁναγκῶν ἑξαρτᾶται ἀπό νοηματοδοτημένους τρόπους σκέψεως.
Ἡ ἁνθρωπίνη φύσις εἶναι ἡ πλέον ἀκατέργαστος καί ἀδιαφοροποίητος πρώτη ὕλη, στερουμένη ἀναγνωρίσιμης μορφῆς εἰμί μόνον ἐάν σχηματοποιηθῆ καί μορφοποιηθῆ ὑπό τῆς πολιτισμικῆς παραδόσεως.
Ὁ ἄνθρωπος διαπλάθεται ὑπό τῆς δεδομένης πολιτισμικῆς παραδόσεως καί ἡ παράδοσις διαπλάθει τούς τρόπους τῶν σωματικῶν ἁναγκῶν καί ἱκανοποιήσεων.
Ἡ ἁπορρέουσα ἁπό τήν σύγχρονον φυσική, πραγματικότητα, ὁρίζει ὅτι ὁ αἱσθητός κόσμος εἶναι μία ἐλαχίστη Εὐκλείδια ὑποκειμενική τομή τοῦ συνεχοῦς μή Εὐκλειδίου χωροχρονικοῦ γίγνεσθαι.
Μόνον ἡ ὑπόστασις παρέχει τήν δυνατότητα εἰς τόν ἅνθρωπον νά κινηθῆ πρός τήν περιοχήν τοῦ ἀτρέπτου καί νά ἀντισταθῆ εἰς τήν, ἐκ τῆς φύσεώς του, τρεπτότητα πρός τό μηδέν. Διά τήν ἀναδείξεως τοῦ ΠΡΟΣΩΠΟΥ προσδιορίζεται ἡ ὑπαρκτική πραγματικότητα.
Τό πρόσωπο ὑποστασιάζει τόν τρόπον ὑπάρξεως. Διά τῆς ἐκφράσεως «τρόπος ὑπάρξεως» ἐπισημαίνουμε τήν ὁμοείδειαν νοητῶν φυσικῶν ἑνεργειῶν, ἁλλά καί την δυναμικήν ἑτερότητα τοῦ τρόπου ἐκφορᾶς ἤ πραγματώσεως αὐτῶν τῶν κοινῶν ἐνεργειῶν.
Κατανοούμε την ὑπαρκτικήν ἑτερότητα τοῦ προσώπου ἀπό τον κοινό καί ἁδιαφοροποίητον τρόπον ὑπάρξεως εις τήν φύσιν. Ἡ ὑπαρκτική ἑτερότητα τοῦ προσώπου εἶναι προκαθορισμένη ἀπό τήν φύσιν, ἀλλά κατέχει τήν δυνατότητα ἀποδεσμεύσεως ἀπό τίς ἁναγκαιότητες, τίς ἐπιβαλλόμενες ὡς ὑπαρκτικό γεγονός, τῆς ὁμοειδείας τῆς φύσεως.
Ἡ ὑπαρκτική ἑτερότητα τοῦ ἁνθρωπίνου προσώπου βιώνεται διά τῶν γενικῶν ἑνεργειῶν τῆς κοινῆς φύσεως, ὡς μοναδική ἀνόμοια καί ἀνεπανάληπτη ταυτότητα ἑνός ἑκάστου τῶν προσώπων.
Βιώνεται δηλαδή, ὡς αὑτοσυνειδησία ἑτερότητος, ὡς ὑποκειμενική αὑτο-επίγνωσις, ὡς ἐμπειρία λογικῆς, ὡς δημιουργική ἑτερότητα καί ὡς μοναδικότητα λόγου.
Ἑλευθερία τοῦ προσώπου σημαίνει ὅτι ἐνῶ ἡ ἁνθρωπίνη φύσις εἶναι μορφοκλασματική τῆς φυσικῆς ὐπάρξεως, διαθέτει τήν δυνατότητα ἀποδεσμεύσεως ἀπό τό πεδίον τῆς ἀνάγκης, τό ἐπιβαλλόμενο ὑπό τῆς ταυτότητος αὑτῆς (ὑπαρκτική ἑτερότητα).
Ἡ προσωποκεντρική νοηματοδότησις τοῦ ὑποκειμένου εἶναι κβαντικοῦ τύπου: τό ὑποκείμενο εἶναι ἄτομο καί σχέσις συγχρόνως.