Συμβουλευτικός Σταθμός Υπηρεσίες Συμβουλευτικής Οι υπηρεσίες της Συμβουλευτικής οφείλουν να στοιχίζωνται με το ιστορικό και πολιτισμικό παρόν. Διότι τούτο συνιστά το δεσμευτικό πλαίσιο, εντός του οποίου αυτή και κάθε άλλη διερεύνησις λαμβάνει χώραν, διαμορφώνοντας εντέλει τον χαρακτήρα του αιτήματος. Η «ασθένεια», η «διαταραχή», η «θεραπεία» είναι διαστάσεις φωτίζουσες το ιστορικό και πολιτισμικό πεδίο, ως υπαρκτικών περιοχών αίτινες αποκαλύπτουν την ποιότητα του πολιτικού πεδίου, δηλαδή την έννοια του κοινού πεδίου ζωής. Η διάρρηξις της υπάρξεως από την εξωτερικότητα, συμπίπτει με την κλήσιν της εις το αυθεντικό παρόν. Από τοπολογικής απόψεως τούτο σημαίνει ότι η εσχἀτη βαθμίδα, την οποίαν αφορά η έννοια της διαταραχής, της παθολογίας δεν είναι, και δεν δύναται να είναι, εκείνη της ατομικής περιπτώσεως, αλλά εκείνη της καταστατικής αναφοράς της ατομικότητος εις ό,τι ακριβώς την υπερβαίνει, εις ό,τι την συγκροτεί, καθώς αυτή εξίσταται ενώπιον του. Αυτή η έκ- στασις είναι ένα άλλο όνομα δια την διάνοιξιν του ανθρώπου προς τον «άλλον» άνθρωπον. Η διάκρισις μεταξύ «διαταραγμένου», «ασθενούς» και «σώου» ανθρώπου (ο όλος άνθρωπος) είναι αναγκαία συνθήκη, διότι αλλοιώς εξουδετερώνονται από την απλή αυτοπεριγραφή. Τότε τα αδιέξοδα της κατανοήσεως και της ερμηνείας, καθίστανται καθολικά, προϋποθέτοντας την υπέρβασιν πάσης αυτοαναφορικότητος. Προκειμένου να υπάρξει διαφορά, μεταξύ εσωτερικού/εξωτερικού, πραγματικού/φανταστικού, παρουσίας/απουσίας, οι όροι πρέπει να διατηρώνται ως ασύγχυτοι, δηλαδή μη – ρευστοί, «άρρευστοι» κατά την έκφρασιν του Ιωάννη Δαμασκηνού, σχετικώς με την φύσιν της υπερβατικής αληθείας. Επομένως προκύπτουν διακρίσεις και κριτήρια διακρίσεων. Πως λοιπόν ζώντας έναν πολιτισμό, ο οποίος αξιώνει να απομυθοποιή κάθε αλήθεια, ως υποκειμενική αυτό – κατασκευή, προωθώντας ούτως σύμπτωσιν της ανθρώπινης ωριμότητος με την απουσίαν εκπλήξεως, συγκινήσεως, με τον αποχαιρετισμόν του πραγματικού και της παρουσίας ως τελευταίων ψευδαισθήσεων, πώς να ομιλήσουμε δια το επέκεινα της λειτουργικότητος; Η αυτοαναφορικότητα εγκλωβίζει τον άνθρωπο εντός κλειστού συστήματος. Η συμπεριφορά του κυριαρχείται, κατά μεγάλο ποσοστό, από σχετικώς μικρό αριθμό αρνητικών βρόχων αναδράσεως. Οι άπειροι μικροβρόχοι δεν αποτελούν έκφρασι δημιουργικής ελευθερίας, αλλά αντιπροσωπεύουν μικροβρόχους, ενωμένους κατά τοιούτον τρόπον μεταξύ των, ώστε να δημιουργούν ένα μεγάλο, ψυχωτικώς επαναλαμβανόμενο βρόχο , τον «οριακό κύκλο». Τα συστήματα των οριακών κύκλων αποκόπτονται από την ροήν του εξωτερικού κόσμου, επειδή ένα σημαντικό ποσοστό της εσωτερικής ενέργειας είναι αφιερωμένο εις την αντίστασιν κατά της αλλαγής. Ταυτοχρόνως δε υπόκεινται εις την φθοράν της εντροπίας του συστήματος. Η «κρίσις» είναι προϊόν εξαρθρώσεως και αποδομήσεως της συνειδήσεώς μας, ολίσθημα των αντιληπτικών καί γνωσιακών ικανοτήτων, χάσμα αποκοπής από άλλους, ανωτέρους, κόσμους, με κατάληξιν την απομόνωσιν εντός της μοιραίας θνητότητος της μοναχικής υπάρξεως εντός του κόσμου. Λησμονείται πλέον η συμβολική λειτουργία της μορφής. Η απώλεια της αισθήσεως των συμβόλων οδηγεί εις τον εγκλωβισμόν και την αδιέξοδον εμμονή μας εις το « ίδιον» σκότος και την « ίδιαν» άγνοια. Ο πολιτισμός είναι η ανθρώπινη φύσις; τούτο σημαίνει ή προϋποθέτει την συμβολική περιστοίχισιν του σώματος, των αναγκών του, των ορμών του. Ζωή συμφώνως προς τον πολιτισμόν, σημαίνει ικανότητα «γνώσεως» της ανάγκης να επιτελούνται οι σωματικές ροπές συμβολικώς, δηλαδή με νοηματοδοτημένους ορισμούς του εαυτού και της υπάρξεως. Αυτή η κατάστασις οδηγεί, συνεπάγεται, τον αποπρογραμματισμό των γενετικών επιταγών. Η ανθρωπίνη φύσις είναι η πλέον ακατέργαστη, αδιαφοροποίητη πρώτη ύλη, στερουμένης αναγνωρίσιμης μορφής παρά μόνον εάν σχηματοποιηθή και μορφοποιηθή από κάποια πολιτισμική παράδοσι. Αυτή διαπλάθει τους τρόπους των σωματικών αναγκών και ικανοποιήσεων. Πρόσωπο: προσδιορίζει την υπαρκτικήν πραγματικότητα. Το πρόσωπον υποστασιάζει (συγκροτεί εις υπόστασιν, εις συγκεκριμένο υπαρκτικό γεγονός) έναν τρόπον υπάρξεως. Με τον όρον «τρόπον υπάρξεως» επισημαίνουμε όχι μόνον την υπαρκτικήν πραγματικότητα του προσώπου, αλλά και την υπαρκτικήν πραγματικότητα της φύσεως. Ονομάζουμε δε «φύσιν» την υπαρκτικήν ομοείδειαν, τον κοινόν τρόπον υπάρξεως ομοειδών υποστάσεων, αλλά ταυτοχρόνως αποκαλύπτεται η δυναμική ετερότητα του τρόπου εκφοράς ή πραγματώσεως αυτών των κοινών ενεργειών. Καταννοούμε την υπαρκτικήν ετερότητα του προσώπου, ως ελευθερία από τον κοινόν και αδιαφοροποίητον τρόπον υπάρξεως. Η υπαρκτική ετερότητα του προσώπου είναι αφενός μεν προκαθορισμένη από την φύσιν, αφετέρου δε έχει την δυνατότητα αποδεσμεύσεως από τις αναγκαιότητες, τις επιβαλλόμενες από την ομοείδειαν της φύσεως. Η ελευθερία του Προσώπου ως ολότητα σημαίνει ότι ενώ η ανθρώπινη φύσις είναι μορφοκλασματική της φυσικής υπάρξεως, διαθέτει την δυνατότητα αποδεσμεύσεως από το πεδίον της ανάγκης, το επιβαλλόμενο υπό της ταυτότητας αυτής (υπαρκτική ετερότητα). Βασικοί όροι: ανθρωπίνη φύσις, συμβολική περιστοίχισις, Πρόσωπον. Δημήτριος K. Γερούκαλης ΚΩΣ Μάιος 2019
top of page
bottom of page